Τα λόγια αυτά δεν ανήκουν σε κάποιον τυχαίο παράγοντα της αγοράς, αλλά στον ίδιο τον υπουργό Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, κ. Ευάγγελο Αποστόλου, ο οποίος παραδέχεται ότι το “εθνικό μας προϊόν”, όπως συχνά αποκαλείται, έχει πρόβλημα και χρειάζονται παρεμβάσεις σε πολλά επίπεδα.
Για να είμαστε ωστόσο δίκαιοι, θα πρέπει να παραδεχθούμε ότι το ελληνικό ελαιόλαδο, που με μετριοπαθείς προβλέψεις, θα μπορούσε να φέρει στην εθνική οικονομία μέσω των εξαγωγών μισό δις ευρώ κάθε χρόνο, ανταγωνίζεται σε μια πολύ δύσκολη αγορά, όπου οι μεγάλοι “παίκτες” δεν αφήνουν πολλά περιθώρια μεριδίων, ενώ άλλες χώρες μπαίνουν σταδιακά στην αγορά ελαιολάδου κάνοντας ακόμη πιο σκληρό τον ανταγωνισμό.
Και αυτές οι εμπορικές συνθήκες δυστυχώς βρίσκουν τη χώρα μας εξουθενωμένη από την πολύχρονη οικονομική κρίση, που σημαίνει περιορισμένες δυνατότητες στο θέμα της προώθησης, που είναι ένα από τα δύο σημαντικά τρωτά σημεία του συγκεκριμένου προϊόντος.
Το δεύτερο είναι η τυποποίηση.Πριν όμως δούμε αναλυτικότερα σε ποιο σημείο βρίσκεται σήμερα η πολιτική για το ελαιόλαδο και τι σκοπεύουμε να κάνουμε – αν σκοπεύουμε - θα ήταν χρήσιμο να ανιχνεύσουμε ποια είναι τα σημερινά δεδομένα στην αγορά ελαιολάδου, τόσο στην εγχώρια όσο και στη διεθνή.
Το ελαιόλαδο αποτελεί για την Ελλάδα όχι μόνο πηγή εισοδήματος αλλά και μια πολιτιστική αξία αιώνων που συνδέεται με την ιστορία, το περιβάλλον και την τοπική οικονομία.
Το ελαιόλαδο αντιστοιχεί στο 9% της αξίας της αγροτικής παραγωγής στην Ελλάδα και η χώρα μας είναι η τρίτη μεγαλύτερη παραγωγός μετά την Ισπανία και την Ιταλία.
Σήμερα εκτιμάται ότι από την ελαιοκομία και την ελαιοπαραγωγή έχουν εισόδημα περίπου 600.000 οικογένειες, ενώ καλλιεργούνται σε όλη την Ελλάδα περίπου δέκα εκατομμύρια στρέμματα.
Η μέση ετήσια παραγωγή είναι μεταξύ 280 και 300 χιλιάδων τόνων, όπως λέει στο CNN Insights o κ. Γιώργος Οικονόμου, πρόεδρος του Συνδέσμου Ελληνικών Βιομηχανιών Τυποποίησης Ελαιολάδου (ΣΕΒΙΤΕΛ) και το ύψος της εξαρτάται από τη χρονιά.
Το 2016 για παράδειγμα, ήταν η χειρότερη χρονιά την τελευταία τριακονταετία, με την παραγωγή να μην ξεπερνά τους 220 χιλιάδες τόνους. Aπό αυτά, λιγότερο από το ένα τρίτο, περίπου 27%, καταλήγει στην τυποποίηση ενώ περίπου άλλο ένα τρίτο προορίζεται για αυτοκατανάλωση και παρεμπόριο, με τον γνωστό “τενεκέ”...Να σημειωθεί ότι στην Ιταλία το ποσοστό του λαδιού που πάει στην τυποποίηση είναι 80% και στην Ισπανία 50%. Καταλαβαίνει κανείς επομένως από αυτό και μόνο, πόσο καλύτερα οργανωμένες είναι οι αγορές στις δύο παραπάνω χώρες, σε σχέση με την Ελλάδα.
Η διεθνής ελαιοπαραγωγή έχει διπλασιαστεί τα τελευταία 25 χρόνια φτάνοντας τα τρία εκατομμύρια τόνους από 1,5 εκατομμύριο τόνους το 1990. Αυτό συνέβη λόγω μιας μεγάλης αναδιοργάνωσης που έκανε η Ισπανία στον αγροτικό της τομέα και κατάφερε να διπλασιάσει την παραγωγής της. Σήμερα καλύπτει το 40% της παγκόσμιας παραγωγής, ενώ μεγάλη αύξηση πέτυχαν νέες χώρες παραγωγοί (Τουρκία, Τυνησία, Μαρόκο και Συρία) που αύξησαν το ποσοστό τους από το 25% το 1990 σε 35% σήμερα. Η Ιταλία, παραδοσιακή δύναμη στο ελαιόλαδο, αυτή τη στιγμή είναι κοντά στο 14% της παγκόσμιας παραγωγής και η Ελλάδα στο 11%.
Θα αναρωτηθεί κανείς πως καταφέρνει η Ιταλία να είναι τόσο ισχυρή δύναμη στις εξαγωγές ενώ η παραγωγή της δεν απέχει και πολύ από τη δική μας. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι έχει χτίσει εδώ και σχεδόν έναν αιώνα, ένα ισχυρό brand name που τις δίνει πρόσβαση στις αγορές και στα δίκτυα διακίνησης.
Εκμεταλλευόμενοι οι Ιταλοί τη διεθνή αναγνωρισιμότητα του ιταλικού ελαιολάδου και τα οργανωμένα δίκτυα προώθησης των επιχειρήσεων της, εισάγει χύμα ελαιόλαδο (κυρίως από Ισπανία και Ελλάδα) και το επανεξάγει τυποποιημένο, κερδίζοντας υπεραξία τυποποίησης της τάξης του 1,3 ευρώ στο λίτρο όπως καταδεικνύει μελέτη της Εθνικής Τράπεζας του 2015. Αν τώρα σκεφτούμε ότι το χύμα ελαιόλαδο πωλείται από την Ελλάδα και την Ισπανία στην Ιταλία σε τιμή κοντά στα 2,3 ευρώ, μπορεί να υπολογίσει κανείς τις απώλειες για το εθνικό εισόδημα.
Δεν εκμεταλλευτήκαμε τις συγκυρίες
Όπως σημείωνε και η μελέτη της Εθνικής Τράπεζας, με την οποία συμφωνούν παράγοντες της αγοράς, οι Έλληνες παραγωγοί δεν κατάφεραν να ακολουθήσουν αυτό το ρεύμα που δημιούργησε η διεθνής παραγωγή με αποτέλεσμα το μερίδιο της Ελλάδας στη διεθνή αγορά τυποποιημένου ελαιολάδου να έχει περιοριστεί πλέον στο 4% από 6% τη δεκαετία του 1990.
Σε αυτό ευθύνονται καταρχάς η κατακερματισμένη δομή του κλάδου, ο μεγάλος αριθμός μικρών ελαιοτριβείων με παλαιό τεχνολογικό εξοπλισμό και φυσικά ότι πολύ λίγο από το λάδι που παράγουμε φτάνει μέχρι την τυποποίηση.
Αναφορικά με την πώληση του χύμα λαδιού στους Ιταλούς, απ' όπου έχουμε και μεγάλες απώλειες, όπως εξηγεί ο κ. Αποστόλου στο CNN Greece, “οι Ιταλοί χονδρέμποροι έρχονται στην Ελλάδα και πληρώνουν μετρητά ή σχεδόν με μετρητά, γεγονός που εξυπηρετεί τις ανάγκες ρευστότητας των παραγωγών. Από την στιγμή που δεν υπάρχει πλέον η Αγροτική Τράπεζα και η οικονομική κατάσταση τα τελευταία χρόνια είναι τόσο δυσμενής, είναι δύσκολο ο παραγωγός να καλύψει τις ανάγκες του για ρευστότητα. Είναι αδιανόητο, το ελληνικό ελαιόλαδο να πωλείται από άλλες χώρες και να καρπώνονται αυτές την υπεραξία” καταλήγει.
Ε.ΣΥ ΑΙΓΑΛΕΩ
ΤΗΛ : 2114003947
ΔΕΥΤΕΡΑ ΕΩΣ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 18:00 ΜΕ 21:00
TWITTER ESY_AIGALEO
WEB RADIO ΑΘΗΝΑ13 ΤΟ ΡΑΔΙΟΦΩΝΟ Ε.ΣΥ ΑΙΓΑΛΕΩ
TWITCH TV ESY_AIGALEO
ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΚΕΣ ΔΗΛΩΣΕΙΣΕΛΛΗΝΩΝ ΣΥΝΕΛΕΥΣΙΣ
ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑΕΛΛΗΝΩΝ ΣΥΝΕΛΕΥΣΙΣ
ΜΟΝΟΔΡΟΜΟΣ Η ΕΝΩΣΗ ΟΛΩΝ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ
ΣΤΟΝ ΜΟΝΑΔΙΚΟ ΠΟΛΙΤΙΚΟ ΦΟΡΕΑ
ΕΚΠΡΟΣΩΠΙΣΗΣ
ΤΟΥ ΕΘΝΟΥΣ
<<ΕΛΛΗΝΩΝ ΣΥΝΕΛΕΥΣΙΣ>>
0 Σχόλια